Το λεξιλόγιο της ενότητας 6 σε PDF
Βρες τη σημασία των λέξεων του λεξιλογικού πίνακα από το λεξικό της Πύλης για την ελληνική γλώσσα. Χρησιμοποίησε το σύμβολο % πριν ή μετά από το πείθ ή το πιστ, π.χ %πειθ ή πειθ%, για να βρεις σύνθετες λέξεις. Χρησιμοποίησε, επίσης, τη σύνθετη αναζήτηση, για να βρεις μόνο επίθετα ή μόνο ρήματα κ.α. Επέλεξε 5 λέξεις και, χρησιμοποιώντας τα σώματα κειμένων ή των εφημερίδων "Τα Νέα" και "Μακεδονία" ή των διδακτικών βιβλίων του Π.Ι, βρες παραδείγματα με προτάσεις που τις περιέχουν.
Βρες τη σημασία των λέξεων του λεξιλογικού πίνακα από το λεξικό της Πύλης για την ελληνική γλώσσα. Χρησιμοποίησε το σύμβολο % πριν ή μετά από το πείθ ή το πιστ, π.χ %πειθ ή πειθ%, για να βρεις σύνθετες λέξεις. Χρησιμοποίησε, επίσης, τη σύνθετη αναζήτηση, για να βρεις μόνο επίθετα ή μόνο ρήματα κ.α. Επέλεξε 5 λέξεις και, χρησιμοποιώντας τα σώματα κειμένων ή των εφημερίδων "Τα Νέα" και "Μακεδονία" ή των διδακτικών βιβλίων του Π.Ι, βρες παραδείγματα με προτάσεις που τις περιέχουν.
- ἡ πειθώ
- πειστικός
- τό πεῖσμα [= (α.ε.) επιβεβαίωση
(ν.ε.) έντονη επιμονή]
- ἡ πίστις(-η)
- πιστός
- πιστῶ (ν.ε. πιστώνω)
- ἡ πιστότης (-τητα) [= (α.ε.)
ειλικρίνεια, (ν.ε.) η ακρίβεια στην απόδοση ενός πράγματος]
- ἡ πίστωσις (-η)
- ὁ πιστωτής [= (α.ε.) εγγυητής,
(ν.ε.) αυτός που δανείζει χρήματα]
- πιστωτικός
- πιθανός
- ἡ πιθανότης (-τητα)
- ἡ πεποίθησις (-η)
- πειθαρχῶ
- ἡ πειθαρχία
- πειθήνιος [= υπάκουος]
- πιστοποιῶ
- πιθανολογῶ
- ἐμπιστεύω (ν.ε. εμπιστεύομαι)
- μεταπείθω [= αλλάζω γνώμη σε
κάποιον]
- καταπείθω [= πείθω κάποιον
εντελώς]
- διαπιστεύω
- ἀξιόπιστος
- εὔπιστος [= ευκολόπιστος]
- ἡ ἀπείθεια [= η ανυπακοή]
- ἀπειθής
- πειστήριο
- πειστικότητα
- πιστευτός
- πεισμώνω
- πεισματάρης
- πειθαναγκάζω
- εμπιστοσύνη
- απείθαρχος
- διαπιστευτήριο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου